Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σπαρτό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σπαρτό

σπαρτό s. σπαρτά

Βλέπε και: σπαρτά

σπαρτά [sparˈta] SUBST ουδ πλ

Saat θηλ ενικ

σπάρτο [ˈspartɔ] SUBST ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский