Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σνιφάρω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σνιφάρ|ω <-ισα> [sniˈfarɔ] VERB μεταβ (ναρκωτικά)

σνιφάρω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский