Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σιωπώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σιωπ|ώ <-άς, -ησα> [siɔˈpɔ] VERB αμετάβ

σιωπώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский