Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: σιχαμερός , σιχαμάρα , σιχασιάρης και σιχαμένος

σιχαμερ|ός <-ή, -ό> [sixamɛˈrɔs], σιχαμέν|ος [sixaˈmɛnɔs] <-η, -ο> ΕΠΊΘ

1. σιχαμερός (αηδιαστικός):

2. σιχαμερός (χαρακτήρας):

σιχαμάρα [sixaˈmara] SUBST θηλ

1. σιχαμάρα (συναίσθημα):

Abscheu αρσ

2. σιχαμάρα (πράγμα):

σιχασιάρ|ης <-α, -ικο> [sixaˈsçaris] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский