Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σεξολόγος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σεξολόγος [sɛksɔˈlɔɣɔs] SUBST mf

σεξολόγος
Sexologe αρσ (Sexologin) θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский