Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σεκέλ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σεκέλ [sɛˈcɛl] SUBST ουδ αμετάβλ

σεκέλ
Schekel αρσ
νέο σεκέλ
Neuer Schekel αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με σεκέλ

νέο σεκέλ
Neuer Schekel αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский