Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ράντσο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ράντσο1 [ˈrantsɔ], ράντζο [ˈrandzɔ] SUBST ουδ (πρόχειρο κρεβάτι)

ράντσο
Liege θηλ

ράντσο2 [ˈrantsɔ], ράντζο [ˈrandzɔ] SUBST ουδ (αγρόκτημα στην Αμερική)

ράντσο
Ranch θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский