Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προξενιό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προξενιά [prɔksɛˈɲa] SUBST θηλ, προξενιό [prɔksɛˈɲɔ] SUBST ουδ

1. προξενιά (για γάμο):

2. προξενιά (γενικότερα):

Vermittlung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский