Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „προβολέας“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

προβολέας [prɔvɔˈlɛas] SUBST αρσ

1. προβολέας (λάμπα):

προβολέας
Scheinwerfer αρσ

2. προβολέας (για διαφάνειες ή ταινία):

προβολέας
Projektor αρσ
Diaprojektor αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με προβολέας

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский