Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: πραγματοποιώ , πραγματοποίηση και πραγματοποιήσιμος

πραγματοποι|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [praɣmatɔpiˈɔ] VERB μεταβ

πραγματοποίησ|η <-εις> [praɣmatɔˈpiisi] SUBST θηλ

πραγματοποιήσιμ|ος <-η, -ο> [praɣmatɔpiˈisimɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский