Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πρέσβυς“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πρέσβυς

πρέσβυς s. πρεσβευτής

Βλέπε και: πρεσβευτής

πρεσβευτής (πρέσβειρα) [prɛzvɛfˈtis, ˈprɛzvira] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский