Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πολυτέλεια“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πολυτέλεια [pɔliˈtɛlia] SUBST θηλ

πολυτέλεια
Luxus αρσ
ζω μες στην πολυτέλεια
Luxusartikel αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με πολυτέλεια

ζω μες στην πολυτέλεια

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский