Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: πολεμίστρα , πολεμιστήριος και πολεμιστής

πολεμίστρα [pɔlɛˈmistra] SUBST θηλ

πολεμιστήρι|ος <-α, -ο> [pɔlɛmisˈtiriɔs] ΕΠΊΘ

πολεμιστής (πολεμίστρια) [pɔlɛmisˈtis, pɔlɛˈmistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

1. πολεμιστής ΣΤΡΑΤ:

πολεμιστής (πολεμίστρια)
Krieger(in) αρσ (θηλ)

2. πολεμιστής (μαχητής):

πολεμιστής (πολεμίστρια)
Kämpfer(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский