Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πετρολόγος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πετρολόγος [pɛtrɔˈlɔɣɔs] SUBST mf

πετρολόγος
Petrologe αρσ (Petrologin) θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский