Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „περιπατητικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . περιπατητικ|ός <-ή, -ό> [pɛripatitiˈkɔs] ΕΠΊΘ φιλος

II . περιπατητικ|ός <-ή, -ό> [pɛripatitiˈkɔs] SUBST αρσ/θηλ

περιπατητικός
Peripatetiker(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский