Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πεντάρι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πεντάρι [pɛnˈdari] SUBST ουδ

1. πεντάρι (ο αριθμός 5, χαρτί τράπουλας):

πεντάρι
Fünf θηλ

2. πεντάρι (του αριθμού 5: κλειδί):

πεντάρι
Fünfer αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский