Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πατρολογία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πατρολογία [patrɔlɔˈjia] SUBST θηλ

1. πατρολογία (κλάδος της θεολογίας):

πατρολογία
Patristik θηλ
πατρολογία
Patrologie θηλ

2. πατρολογία (συλλογή συγγραμμάτων):

πατρολογία
Werke ουδ πλ der Kirchenväter

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский