Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παραδέρνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παραδ|έρνω <-ειρα, -άρθηκα, -αρμένος> [paraˈðɛrnɔ] VERB αμετάβ (πλοίο)

παραδέρνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский