Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ουτοπιστής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ουτοπιστής (ουτοπίστρια) [utɔpisˈtis, utɔˈpistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

ουτοπιστής (ουτοπίστρια)
Utopist(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский