Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ξανακούω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ξανακού|ω <-σα, -στηκα> [ksanaˈkuɔ] VERB μεταβ

1. ξανακούω (ακούω ξανά):

ξανακούω

2. ξανακούω (ακούω άλλη φορά):

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский