Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „νωπός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

νωπ|ός <-ή, -ό> [nɔˈpɔs] ΕΠΊΘ

2. νωπός (υγρός):

νωπός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский