Ελληνικά » Γερμανικά

νιγηριαν|ός <-ή, -ό> [nijiriaˈnɔs] ΕΠΊΘ

νιγηριανός

Νιγηριαν|ός (-ή) [nijiriaˈn|ɔs, -i] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Παραδειγματικές φράσεις με νιγηριανός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский