Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „νεύρωμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

νεύρωμα [ˈnɛvrɔma] SUBST ουδ ΙΑΤΡ

νεύρωμα
Neurom ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский