Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: αντιφασίστρια , νεοφασιστικός , φασίστρια , νεοφασισμός και νεοφασίστας

νεοφασιστικ|ός <-ή, -ό> [nɛɔfasistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

αντιφασιστής [andifasisˈtis], αντιφασίστας [andifaˈsistas] SUBST αρσ, αντιφασίστρια [andifaˈsistria] SUBST θηλ

νεοφασίστας (νεοφασίστρια) [nɛɔfaˈsistas, nɛɔfaˈsistria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

νεοφασίστας (νεοφασίστρια)
Neofaschist(in) αρσ (θηλ)

νεοφασισμός [nɛɔfasizˈmɔs] SUBST αρσ

φασίστας [faˈsistas], φασιστής [fasisˈtis] SUBST αρσ, φασίστρια [faˈsistria] SUBST θηλ

Faschist(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский