Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „νεκρώσιμος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

νεκρώσιμ|ος <-η, -ο> [nɛˈkrɔsimɔs] ΕΠΊΘ

νεκρώσιμος
Toten-

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский