Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μύχιος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μύχι|ος <-α, -ο> [ˈmiçiɔs] ΕΠΊΘ

1. μύχιος (εσώτατος):

μύχιος
innerste(r, s)

2. μύχιος (ενδόμυχος):

μύχιος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский