Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μύστης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μύστης [ˈmistis] SUBST αρσ

1. μύστης:

μύστης

2. μύστης μτφ (επιστήμονας):

μύστης
Experte αρσ (Expertin) θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский