Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μυρμηγκιά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μυρμηγκιά [mirmiɲˈɟa] SUBST θηλ

1. μυρμηγκιά:

μυρμηγκιά
Ameisenhaufen αρσ

2. μυρμηγκιά μτφ (πλήθος):

μυρμηγκιά
Schwarm αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский