Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μπρόκολο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μπρόκολο [ˈbrɔkɔlɔ] SUBST ουδ

μπρόκολο
Brokkoli πλ
μπρόκολο ραμπ
Rübenspross αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με μπρόκολο

μπρόκολο ραμπ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский