Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μπιλιάρδο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μπιλιάρδο [biˈʎarðɔ] SUBST ουδ

1. μπιλιάρδο (παιχνίδι):

μπιλιάρδο
Billard ουδ
κλασικό μπιλιάρδο (καραμπόλες)
αγγλικό μπιλιάρδο
Lochbillard ουδ
αμερικάνικο μπιλιάρδο
Poolbillard ουδ

2. μπιλιάρδο (το τραπέζι):

μπιλιάρδο
Billardtisch αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με μπιλιάρδο

αγγλικό μπιλιάρδο
αμερικάνικο μπιλιάρδο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский