Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μονόφθαλμος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μονόφθαλμ|ος <-η, -ο> [mɔˈnɔfθalmɔs] ΕΠΊΘ

μονόφθαλμος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский