Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μονομερής“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μονομερ|ής <-ής, -ές> [mɔnɔmɛˈris] ΕΠΊΘ

1. μονομερής (μονόπλευρος):

μονομερής

2. μονομερής ΧΗΜ:

μονομερής

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский