Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μεταφύτευση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μεταφύτευσ|η <-εις> [mɛtaˈfitɛfsi] SUBST θηλ

1. μεταφύτευση (φυτού):

μεταφύτευση
Umpflanzung θηλ

2. μεταφύτευση (μεταμόσχευση):

μεταφύτευση

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский