Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μεταστρέφω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μεταστρ|έφω <-εψα, -άφηκα, -αμμένος> [mɛtaˈstrɛfɔ] VERB μεταβ

μεταστρέφω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский