Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λοξοδρομώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λοξοδρομ|ώ <-είς, -ησα> [lɔksɔðrɔˈmɔ] VERB αμετάβ

λοξοδρομώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский