Ελληνικά » Γερμανικά

λογοθεραπεία [lɔɣɔθɛraˈpia] SUBST θηλ

χοροθεραπευτής (χοροθεραπεύτρια) [xɔrɔθɛrapɛfˈtis, xɔrɔθɛraˈpɛftria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

χοροθεραπευτικ|ός <-ή, -ό> [xɔrɔθɛrapɛftiˈkɔs] ΕΠΊΘ

εργοθεραπεία [ɛrɣɔθɛraˈpia] SUBST θηλ

υδροθεραπευτική [iðrɔθɛrapɛftiˈci] SUBST θηλ

ψυχοθεραπευτής (ψυχοθεραπεύτρια) [psixɔθɛrapɛfˈtis, psixɔθɛraˈpɛftria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский