Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „λίκνο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

λίκνο [ˈliknɔ] SUBST ουδ και μτφ

λίκνο
Wiege θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский