Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κολλητήρι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κολλητήρι [kɔliˈtiri] SUBST ουδ

1. κολλητήρι (για συγκολλήσεις μετάλλων):

κολλητήρι
Lötkolben αρσ

2. κολλητήρι (σε σχήμα πιστολιού):

κολλητήρι
Lötpistole θηλ

3. κολλητήρι μτφ (φορτικό άτομο):

κολλητήρι
Klette θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский