Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κνήμη“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κνήμη [ˈknimi] SUBST θηλ

1. κνήμη (κόκκαλο):

κνήμη
Schienbein ουδ

2. κνήμη (γάμπα):

κνήμη
Wade θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский