Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καχεκτικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καχεκτικ|ός <-ή, -ό> [kaçɛktiˈkɔs] ΕΠΊΘ

καχεκτικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский