Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καπόνι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καπόνι [kaˈpɔni] SUBST ουδ

1. καπόνι (πτηνό):

καπόνι
Kapaun αρσ

2. καπόνι (ψάρι):

καπόνι
Knurrhahn αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский