Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καπνοπώλης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καπνοπώλης (καπνοπώλισσα) [kapnɔˈpɔlis, kapnɔˈpɔlisa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

καπνοπώλης (καπνοπώλισσα)
Tabakhändler(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский