Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: κανίβαλος , κανιβαλικός , καναβανίνη και κανιβαλισμός

κανίβαλος [kaˈnivalɔs] SUBST αρσ

κανιβαλικ|ός <-ή, -ό> [kanivaliˈkɔs] ΕΠΊΘ

καναβανίνη [kanavaˈnini] SUBST θηλ

κανιβαλισμός [kanivalizˈmɔs] SUBST αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский