Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „καμφορικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

καμφορικ|ός <-ή, -ό> [kaɱfɔriˈkɔs] ΕΠΊΘ

καμφορικός
Kampfer-
Kampfersäure θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский