Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κακούργος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . κακούργ|ος <-α, -ο> [kaˈkurɣɔs] ΕΠΊΘ (εγκληματικός)

κακούργος

II . κακούργ|ος <-α, -ο> [kaˈkurɣɔs] SUBST αρσ/θηλ

κακούργος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский