Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „κακοπιστία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

κακοπιστία [kakɔpisˈtia] SUBST θηλ (έλλειψη ειλικρίνειας)

κακοπιστία
Unehrlichkeit θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский