Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ιστιοδρομία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ιστιοδρομία [istiɔðrɔˈmia] SUBST θηλ

1. ιστιοδρομία (πορεία):

ιστιοδρομία
Segeln ουδ

2. ιστιοδρομία (αγώνας):

ιστιοδρομία
Wettsegeln ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский