Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „Ισλανδικά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

Ισλανδικά [islanðiˈka] SUBST ουδ πλ

Ισλανδικά
Isländisch ουδ ενικ
μιλώ/καταλαβαίνω Ισλανδικά
στα Ισλανδικά

Παραδειγματικές φράσεις με Ισλανδικά

στα Ισλανδικά
μιλώ/καταλαβαίνω Ισλανδικά

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский