Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ιππικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ιππικ|ός <-ή, -ό> [ipiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. ιππικός (σχετιζόμενος με τα άλογα):

ιππικός
Pferde-

2. ιππικός (σχετιζόμενος με την ιππασία):

ιππικός
Reit-
Reitturnier ουδ ενικ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский