Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „θορυβώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . θορυβ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [θɔriˈvɔ] VERB αμετάβ (κάνω θόρυβο)

θορυβώ

II . θορυβ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [θɔriˈvɔ] VERB μεταβ (ανησυχώ)

θορυβώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский